Skip to main content

ΔΕΠ-Υ

Ορισμός και διάγνωση

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητας είναι μια νευροαναπτυξιακή κατάσταση που σύμφωνα με διεθνείς μελέτες αφορά περίπου το 6%-10% των παιδιών σχολικής ηλικίας (Faraone et al., 2003˙ APA, 2014˙ Barkley,2002).
Σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών – DSM 5, η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) χαρακτηρίζεται από επίμονα στοιχεία απροσεξίας, παρορμητικότητας και υπερκινητικότητας, που επηρεάζουν την κοινωνική λειτουργικότητα του ατόμου αλλά και τις σχολικές επιδόσεις.

Τα παιδιά μπορούν να διαγνωστούν με ΔΕΠ-Υ εάν αυτά τα χαρακτηριστικά εμφανίζονται πριν από την ηλικία των 12 ετών, σε δύο ή περισσότερα πλαίσια (π.χ. στο σπίτι, στο σχολείο, σε δομημένες δραστηριότητες) και εάν επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των μαθητών σε διάφορες πτυχές, ενώ απουσιάζουν άλλες ψυχιατρικές διαταραχές.

ΔΕΠ-Υ και μαθησιακές δυσκολίες

Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ έχουν διαφορετικές εκπαιδευτικές ανάγκες, λόγω της παρουσίας δυσκολιών που σχετίζονται με την συμπεριφορά (δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις με ενήλικες και συνομηλίκους) και τις μειωμένες μαθησιακές επιδόσεις (δυσκολίες στην ολοκλήρωση εργασιών εντός του καθορισμένου χρόνου, εξαιτίας της ανάγκης για κινητικότητα και του περιορισμένου εύρους προσοχής) (Rocha & Del Prette, 2010).

Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ μπορεί να εμφανίσουν μειωμένη επίδοση στο σχολείο. Παρουσιάζουν σημαντική δυσκολία τόσο στην ολοκλήρωση των εργασιών όσο και στην παρακολούθησης της ροής της τάξης. Οι δυσκολίες αυτές εξηγούνται από σημαντικούς περιορισμούς στην επικέντρωση και διατήρηση της προσοχής, καθώς και από τις μη επαρκώς αναπτυγμένες δεξιότητες αυτορρύθμισης, μεταγνωστικών δεξιοτήτων, μνήμης καθώς και άλλων επιτελικών λειτουργιών.

Δυσκολίες στους τομείς της ανάγνωσης, της ορθογραφίας, των μαθηματικών, της γραφής και της γλώσσας, μπορεί να υπάρχουν σε μια μερίδα παιδιών με ΔΕΠ-Υ (Barkley, 2002). Ωστόσο ιδιαίτερη δυσκολία παρουσιάζεται συχνά στο επίπεδο της γραπτής έκφρασης. Σύμφωνα με μια πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση της ερευνητικής βιβλιογραφίας των Cheng και συν. (2022), οι μαθητές με ΔΕΠ-Υ είναι πιθανό να έχουν περισσότερες δυσκολίες στην απόδοση γραπτού λόγου από ό,τι οι συμμαθητές τους. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι υπάρχουν ενδείξεις ότι η επίδοση στην παραγωγή γραπτού λόγου μπορεί επίσης να σχετίζεται θετικά με τη συνολική ακαδημαϊκή επίδοση των μαθητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με ΔΕΠ-Υ. Σε γενικές γραμμές, η χαμηλή ακαδημαϊκή επίδοση νοείται ως επίδοση κάτω από το επίπεδο που αναμένεται για την ηλικία, τις ικανότητες και τις δυνατότητες του ατόμου (Marturano & Elias, 2016), ενώ η ακαδημαϊκή επάρκεια αποτελεί δείκτη ψυχοκοινωνικής προσαρμογής, συσχετιζόμενη θετικά με τις κοινωνικές δεξιότητες και αρνητικά με τις μαθησιακές δυσκολίες (Del Prette et al, 2016). Κάποια παιδιά με ΔΕΠ-Υ μπορεί να πετυχαίνουν καλές επιδόσεις σε σταθμισμένες δοκιμασίες που μετρούν την μαθησιακή επάρκεια, αλλά να παρουσιάζουν μαθησιακή υποεπίδοση.

ΔΕΠ-Υ και προβλήματα συμπεριφοράς

Σύμφωνα με τη μετα-ανάλυση των Gwerman et al. (2016), τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ κινδυνεύουν να στιγματιστούν και να αποκλειστούν στο σχολικό περιβάλλον, καθώς βιώνουν συχνά καταστάσεις βίας (λεκτική και σωματική επιθετικότητα) και απόρριψης από τους συνομηλίκους τους. Στην ερευνητική βιβλιογραφία (πχ. Garcia,2013) έχει μελετηθεί ο αντίκτυπος της ΔΕΠ-Υ στο σχολικό περιβάλλον καθώς και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές με ΔΕΠ-Υ, τονίζοντας την ανάγκη για στοχευμένη κατάρτιση των εκπαιδευτικών. Οι Sherman, Rasmussen και Baydala (2008), τόνισαν ότι οι εκπαιδευτικοί μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στη μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων των μαθητών με ΔΕΠ-Υ.

Τα προβλήματα συμπεριφοράς επηρεάζουν αρνητικά και τις κοινωνικές δεξιότητες (Gresham, 2009). Οι Patterson, DeBaryshe και Ramsey (1989), αναφέρουν ότι οι διαπροσωπικές δυσκολίες σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξης μπορούν να επηρεάσουν μεταγενέστερα το παιδί, επιτείνοντας την εμφάνιση προβλημάτων συμπεριφοράς, τα οποία με τη σειρά τους μπορούν να οδηγήσουν σε απόρριψη από την ομάδα των συνομηλίκων, αλλά ακόμη και από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς, καθώς και σε ψυχοπαθολογίες. Ως εκ τούτου, τα προβλήματα συμπεριφοράς είναι σημαντικά στην εξέλιξη του κύκλου ζωής για τα άτομα με ΔΕΠ-Υ.

ΔΕΠ-Υ και νέοι

Η ΔΕΠ-Υ στην ενήλικη ζωή εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους. Αν και τα συμπτώματα διάσπασης προσοσχής και υπερκινητικότητας περιορίζονται, οι δυσκολίες εμφανίζονται με διαφορετικές εκδηλώσεις. Έρευνες που μελετούν τις ακαδημαϊκές επιδόσεις φοιτητών με ΔΕΠ-Υ φανερώνουν τις σημαντικές επιπτώσεις της διαταραχής στους νέους: οι φοιτητές με ΔΕΠ-Υ συχνά δεν παρακολουθούν τα περισσότερα μαθήματα στο πανεπιστήμιο (Advokat et al., 2011), έχουν χαμηλότερους μέσους όρους βαθμολογίας (Advokat et al,2008, 2011- Blase et al., 2009) και λιγότερες πιθανότητες να αποφοιτήσουν (Barkley et al., 2006).Επιπλέον, η αρνητική κοινωνικο-συναισθηματικά προσαρμογή οδηγεί σε υψηλότερα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης για τους φοιτητές με ΔΕΠ-Υ σε σχέση με τους συνομηλίκους τους χωρίς ΔΕΠ-Υ (Αναστόπουλος και συν., 2016- Blase et al., 2009), προσεγγίζοντας τα επίπεδα που παρατηρούνται σε ενήλικες μεγαλύτερων ηλικιών.

Αποτελεσματικές παιδαγωγικές παρεμβάσεις

Αποτελεσματικές παρεμβάσεις για τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ είναι αυτές που στοχεύουν στην ανάπτυξη γνωστικών και μεταγνωστικών στρατηγικών, καθώς και στρατηγικών αυτορρύθμισης (Zimmerman, 2000). Οι στρατηγικές αυτές σκοπό έχουν να αναπτύξει ο μαθητής και η μαθήτρια σημαντικές δεξιότητες για την συνειδητή εμπλοκή τους στην μαθησιακή διαδικασία.

Ας μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ παρουσιάζουν αποφευκτική συμπεριφορά όταν καλούνται να μελετήσουν, εξαιτίας των σημαντικών δυσκολιών τους στην επικέντρωση και διατήρηση της προσοχής και στην ανάγκη για συνεχή κίνηση.
Πιο συγκεκριμένα, η αυτορρυθμιζόμενη μάθηση είναι ένα μοντέλο διδασκαλίας που περιλαμβάνει συγκεκριμένα στάδια-φάσεις που εφαρμόζονται από τον εκπαιδευτικό που υποστηρίζει τον μαθητή μέχρι την τελική αυτονόμησή του. Σε γενικές γραμμές η διδασκαλία περιλαμβάνει διεργασίες πρόβλεψης, εκούσιου ελέγχου και αναστοχασμού.
Ερευνητικές μελέτες έχουν δείξει ότι η εφαρμογή στρατηγικών αυτορρυθμιζόμενης μάθησης έχει σημαντικά οφέλη για τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ (Jacobson& Reid, 2012)

Άλλες παρεμβάσεις:

  • Καθαροί χώροι, χωρίς διασπαστικός παράγοντες
  • Καθιέρωση ρουτίνας μελέτης
  • Συχνά διαλείμματα
  • Τήρηση πλάνου μελέτης
  • Καθιέρωση χρονοδιαγράμματος

Δώστε στο παιδί σας την υποστήριξη που του αξίζει

Είμαστε εδώ για να στηρίξουμε το παιδί σας σε κάθε βήμα της μαθησιακής του πορείας.

Εάν αναζητάτε μια εξατομικευμένη προσέγγιση που θα βοηθήσει το παιδί σας να ξεπεράσει τις προκλήσεις και να αναπτύξει τις δεξιότητές του, επικοινωνήστε μαζί μας σήμερα.

Μαζί, μπορούμε να διαμορφώσουμε το μέλλον του.

Επικοινωνία